Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Το αλαργινό ταξίδι.

 Κίνησε μπονόρα  ο μαστρογιώργης κίνησε, από το μαστοροχώρι τα Λαγκάδια, με τα δυο του βασταγούρια, αντάμα με το άλλο μπουλούκι για ταξίδι για καζάντι στην Μεσσαίνια να πάει να δουλέψει και να φέρει.
Να χτίσει πελεκητές εκκλησιές, ψηλά καμπαναριά, τα τοξωτά γεφύρια. Να χτίσει τα πυργόσπιτα, τα αρχοντικά, με το παρθενικό το στήθος στο αγκωνάρι σκαλισμένο, σημάδι, σύμβολο,  πλούτου, ευγονίας και αρμονικής ευτυχίας.
Στην πόρτα τον ξεβγάλει, τον κατευοδώνει, με βουρκωμένα μάτια η κυρά του, η Αννιώ, με τις καλύτερες ευχές και λόγια, για το καλό ταξίδι του, το πήγαινε και το έλα…
Νερό μπόλικο, γάργαρο από τον μαστραπά ρίχνει στα αχνάρια του, στο δρόμο του να τρέξει… "Σαν  το νερό να τρέξει το ταξίδι σου κύρη μου, αφέντη μου, να πας και να γυρίσεις… Σαν το νερό να τρέχουν τα καζάντια σου, οι λίρες, τα λεφτά σου…"
 Και εκεί, στην πόρτα όρθια,  την μεταξωτή μεσίνα  έβγαλε και την κούναγε  ώσπου να σκαπετήσει …
Στο σκαπέτισμα, ο αφέντης της, ο νοικοκύρης της, ο Γιώργης της, την σκούφια του που φόραγε στραβά, την βγάζει της ρίχνει  της κυράς του, και στα μικρά παιδιά του, αετίσια, αστραφτερή ματιά, αγαπημένο βλέμμα, κουνάει την σκούφια του και την αποχαιρετάει...
 Σκαπέτησε…

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Το αστείο Χααα...Χααα..

Το αστείο...Χααα...Χααα...
Με το καλό, με το μαλακό την πάμε την συγγένισσα μας, την Ενωμένη. Ευρώπη, την δικιά μας
και με τα χαϊδέματα, τα καλοπιάσματα την θεία Αγγέλλω.
Μα αυτή τίποτα...
Μας κάνει η θεία Αγγέλλω, την ζόρικη,
στο ίσιο δρόμο δεν πάει,
όλο στην κόλαρη στο πλάι κολάει.
Σε αυλακιά δεν σιάζει, δεν πέφτει.
Τότε την πήραμε και λίγο, λίγο με το άγριο,
της δείξαμε και το πιστόλι.
Για να φοβηθούνε όλοι
Αυτή με μας γελάει, και μας λέει:
Χααα..Χααα...,
Αυτό μοιάζει με κωλοστρόκι
που παίζουν τα παιδιά, στις μπούλες, τις απόκριες.
Μα και αληθινό να είναι, είναι άδειο!...
Και πως να είναι γιομάτο;...
Θα είναι;.. Με τι;...
Με τις δικές μας, τις δανεικές τις σφαίρες;...
Που σας δώσαμε;...
Από αυτές!... Καμία δεν υπάρχει...
Δεν τις έχετε!...
Μα, τόσο μυαλό είχατε και έχετε...
Μας παραγγέλνει, και μας λέει:
Ούτε και από αυτές, που προσφάτως σας δανείσαμε,
δεν έχετε, δεν φυλάξατε, δεν κρατήσατε, ούτε την μία.
για την κακή την μοίρα...
Για την κακιά την ώρα!...
Ποιος σας δανείζει τώρα;;;
Και τώρα ποιος σας φταίει και ποιος σας δίνει;..
Την ώρα της οδύνης;
Δεν υπάρχουν τώρα κορόιδα...
Όλες τις ρίξατε, στα όπα,στα ρόδα..

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Τραπεζιτικές θύμισες.
(Ιονική τράπεζα κατ/μα Χαροκόπου.)
Στο κατάστημα της Ιονικής τράπεζας της οδού Χαροκόπου Καλλιθέας  δ/ντής ήταν  ο συνάδελφος κ Αληγιάννης Μηνάς. Με τον αείμνηστο κ Αληγιάννης είμαστε γνωστοί, είχαμε κάνει μαζί στο τμήμα καταθέσεων στο κεντρικό κατάστημα, με δ/ντή  του κεντρικού καταστήματος το εξαίρετο άνθρωπο, τον αείμνηστο κ Αντώνη Πλωμαρίτη. 
Μόλις πήγα στο κατάστημα  με καλωσόρισε,  παρήγγειλε καφέ  να με κεράσει και μέχρι να έλθει ο καφές με σύστησε  στους συναδέλφους του καταστήματος, οι οποίοι, οι περισσότεροι μου ήταν άγνωστοι και με κανένας τους δεν έτυχε να είχαμε συνεργαστεί. Οι εκεί συνάδελφοι κατάλαβα ότι με χαιρέτησαν μουδιασμένοι, δεν ήξερα όμως  το γατί;…
Το τι συμβαίνει;…
Είχαν μάθει κιόλας, ότι ήμουνα αυστηρός στην δουλειά;… Και άνθρωπος απαιτήσεων;…
Πως τι συνέβη  και έγινε αυτό;…
Να ήταν
o ένας συνάδελφος, ας ειπώ ότι ήταν κακόκεφος, να είναι όμως οι περισσότεροι, κάτι συμβαίνει…
Τι όμως;… Τι;…

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

Τραπεζιτικές θύμισες

Α Μέρος


Τραπεζιτικές θύμισες (Ιονική τράπεζα)12345


Γιάννης Στ Βέργος(gortynios.isv)
Παλαιότερος συνάδελφος ο Κώστας, καλώς υπάλληλος, έξυπνος με αναπτυγμένες, κοινωνικές τις δημόσιες σχέσεις.
Ανέβηκε σύντομα την ιεραρχία της τράπεζας και έγινε διευθυντής μεγάλων καταστημάτων.
Μικρός υπάλληλος ο Γιάννης, ξεκίνησε στην τράπεζα από νυχτοφύλακας στο δεύτερο υπόγειο της τράπεζας.
Τι φύλαγε;
Φύλαγε την νύχτα τα αρχεία, τα παραστατικά των εγγράφων των τραπεζικών συναλλαγών, μη πάθουν καμιά απρόβλεπτη ζημιά, φωτιά, βραχυκύκλωμα ρεύματος, πλημμύρα, απρόβλεπτη καταστροφή .Φύλαγε τα καλά τριπλοαμπαρωμένα θησαυροφυλάκια της τράπεζας, εκεί όπου φυλάσσονταν όλα τα αξιόγραφα της τράπεζας, τα αποθεματικά, τα ταμιακά διαθέσιμα, τα χρυσά, τα κειμήλια και ότι είχε ιδιαίτερη αξία. Τις θυρίδες ιδιωτών που φυλάσσονται χρυσαφικά, ασημικά και ότι για κάθε ιδιώτη αποτελεί και έχει χρηματική, ή συναισθηματική αξία.
Εκεί στο δεύτερο υπόγειο που ο αέρας και το φως ήταν λίγος- λιγοστός, λειψός και περίσσιο το σκοτάδι, το ημίφως, και πληθώρα από κατσαρίδες, παρόλα τα μέτρα απολύμανσης που ελάμβανε η τράπεζα. Εκεί φύλαγε την νύχτα ξάγρυπνος ο Γιάννης και ανά μισή ώρα περνούσε από τα σημεία με το ωρολόγιο στο χέρι, εκεί στα σημεία που ήταν αριθμημένα τα κλειδιά και με το κλειδί κλείδωνε το ωρολόγιο και αυτό κατέγραφε την ώρα που πέρασα και έκανα έλεγχο, από το κάθε σημείο και ότι ο χώρος ήταν σε απόλυτη ασφάλεια και τάξη.
Εκεί στο δεύτερο υπόγειο μου άρεσε, ήταν πολύ καλά για εμένα. Το χειμώνα είχε ικανοποιητική ζέστη και το καλοκαίρι ωραία δροσιά.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχανε τα κλιματιστικά, αραιά και που ήταν κανένας ανεμιστήρας και εκείνος σε γραφεία των μεγάλων διευθυντών.
Εκεί στα σκαλοπάτια της μαρμάρινης σκάλας καθόμουνα και διάβαζα, στον ενδιάμεσο κενό χρόνο τα μαθήματα της σχολής, της Ανωτάτης Εμπορικής. Το διάβασμα το έκανα κρυφά με επιφυλάξεις, φοβόμουνα, ήταν εν ώρα υπηρεσίας. Αλλά αν και ήταν απαγορευτικό για εμένα, ήταν θεραπευτικό και πολύ- πολύ ωφέλιμο.

Ο σκλάβος - (Δημοτικό τραγούδι, παραλογή)

Τρία καράβια ξέβγαιναν μέσα από την Πόλη
Τό 'να τραβάει για τ' Αϊβαλί και τ' άλλο για την Προύσσα.
Το τρίτο το μικρότερο πάει για το βεζίρη.
Κι ο σκλάβος αναστέναξε κι εστάθη το καράβι.



Κι ο καπετάνιος μίλησε κι ο καπετάνιος λέγει:
- Ποιος είναι π' αναστέναξε κι εστάθη το καράβι;
Αν είναι από τους δούλους μου, διπλό λουφέ να δώσω
κι αν είναι από τους σκλάβους μου, να τον ελευθερώσω.

- Εγώ 'μαι αυτός που δεν μπορώ και βαριαναστενάζω.
Τρεις μέρες ήμουν νιόγαμπρος, δώδεκα χρόνια σκλάβος
κι εψές είδα στον ύπνο μου, στον ύπνο που κοιμόμουν
παντρεύουν τη γυναίκα μου, μου παίρνουν την καλή μου.

- Είναι μακριά η πατρίδα σου, μακριά και το χωριό σου;
- Αν έχω άλογο καλό, πάω σ' είκοσι ώρες
κι αν έχω άλογο φτωχό, θέλω τριάντα ώρες.
- Εννιά 'λογα έχω στο παχνί, διάλεξε ποιο σ' αρέσει.
- Ποιο είναι αξιό και γρήγορο και πάει με τον αέρα;

Κανένα δεν τον δέχτηκε, κανένα δεν τον θέλει.
Μόνο ένας παλιόγριβας κρυφά τον κουβεντιάζει:
- ’Γω θα σε πάω, αφέντη μου, μα κοίταξε τί θέλω.
Βάλε τα πέταλα χρυσά και τα καρφιά 'σημένια,
βάλε και την ταϊσιά τριπλή απ' ό,τι τώρα τρώω.

Στο δρόμο όπου πήγαινε, στο δρόμο που πηγαίνει
παρακαλούσε κι έλεγε, παρακαλεί και λέει:
- Θε μου, να βρω τη μάνα μου στη βρύση για να πλένει.
Πήγε και την αντάμωσε καθώς παρακαλούσε.

- Κυρά μου, καλημέρα σου.
- Καλώς τον ξένο που 'ρθε.
- Το τίνος γάμος γίνεται, το τίνος νύφη παίρνουν;
- Της ερημιάς, της Μπαρμπαριάς, του γιου μου του χαμένου.
- Κυρά μου, θα προκάνουμε τα στέφανα να ιδούμε;
- Αν δεν προκάν'ς τα στέφανα, στο δώρο θα προκάνεις.

Βιτσιά χτυπάει τ' άλογο, στο δώρο πάνω φτάνει.
Βρίσκει τη νύφ' που δώριζε κι αυτόν δεν τον δωρίζει.
- Σαν τί ζακόνι(1) έχετε, τον ξένο δε δωρίζ'τε;
Βγάζουν και τον δωρίζουνε.
Κερνάει την αρραβώνα τ'.

Πετάει η νύφ' το πέπλο της, πετάει και τα στολίδια.
- Πάψτε γύφτοι τα όργανα, πάψτε και τα νταούλια,
να δούμε ποιος με κέρασε τούτη την αρραβώνα.
- Εγώ 'μαι που στην κέρασα, εγώ σου τη δωρίζω
. - Σύρτε, παιδιά μ', στον τόπο σας, σύρτε και στο καλό σας.
Αυτός όπου με κέρασε τούτη την αρραβώνα
είναι ο πρώτος άντρας μου· αυτός είν' ο καλός μου.


Λεξιλόγιο: info (1) ζακόνι: Έθιμο, συνήθεια.

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018

Τραπεζικές θύμισες (Ιονική τράπεζα Κ Πατήσια)

 Η θεσμική υπαλληλική αταξία, που ήταν στο κατάστημα Περιστερίου, το να είναι δ/ντής καταστήματος μικρότερος στο βαθμό από άλλον υπάλληλο που είναι σε μεγαλύτερο βαθμό  με πτυχίο ΑΣΟΕΕ και Ινστιτούτου τραπεζικών μορφώσεως, με άριστες επιδόσεις, χωρίς να έχει κριθεί στάσιμος ή να υπάρχει διοικητικό,  ή νομικό κώλυμα διορθώθηκε…  Με την υπ αρίθμ Π13/4/6/1984 επιστολή δ/νσεως προσωπικού μετατέθηκα από την ως άνω ημερομηνία και ΑΜ 6459 και με το δικαίωμα  της υπ αριθμ 398Α υπογραφής ως υπ/δντής στο κατάστημα κάτω Πατησίων. 
Εκεί δ/ ντής ήταν ο κ Ζάμπαλος Θανάσης. Εγώ ανέλαβα το τμήμα χορηγήσεων, με υπαλλήλους τον κ Ηλία Μπορμπόλη, τον κ Καβάγια Άρη και την κ Αγγελική Λιάσκα……, Στο Εμπορικό τμήμα, εισαγωγές- εξαγωγές προϊστάμενος ήταν ο κ Παπαϊωάννου Νίκος πτυχιούχος ΑΣΟΕΕ η κ Καλοδύνου Ράνια, η κ Μαράντη Μαρία,  και την αείμνηστη Ελένη Θεοδωρή… Στο λογιστήριο ο κ Τερζάκης Αθανάσιος και Κεχαγιά Πελαγία… Στο τμήμα καταθέσεων προϊστάμενος ήταν ο κ Θωμόπουλος Θεόδωρος με τέλερ τον κ Φραγκουλόπουλο Γεώργιο και την κ Αντωνίου Εύα…. Κεντρικός ταμίας ήταν ο αείμνηστος κ Νάκος Νίκος. Και καθαρίστρια του καταστήματος ήταν η καλοσυνάτη κ Βασιλική …, εξαιρετική μαγείρισσα νοικοκυρά, με τις πεντανόστιμες πίτες της…

Μετά από ένα χρόνο μετατίθεται ό δ/ντής κ Ζάμπαλος και ανάλαβε δ/ντής στο κατάστημα Γ Σεπτεμβρίου και στο κατάστημα ήρθε δ/ντής ο αείμνηστος κ Ηλίας Λαδάς. Ο αείμνηστος συνάδερφος κ Λαδάς ήταν άνθρωπος ήρεμος φιλότιμος καλοσυνάτος, είχαμε συνεργαστεί παλαιότερα όταν ήταν υπάλληλος νέος στις καταθέσεις στο κεντρικό
  κατάστημα και εγώ ήμουνα νεοδιόριστος κλητήρας….  Νομίζω δεν είχε περάσει ούτε ένας χρόνος από τότε, ήταν ημέρα Παρασκευή (Παρασκευή  το μεσημέρι ανακοινώνονταν όλες οι μεταθέσεις των στελεχών, για να μην έχουν το χρόνο να αντιδράσουν}  ήταν η ώρα 10 πρωινή, με παίρνει τηλέφωνο ο Προσωπάρχης και μου λέει:
-Από την Δευτέρα
  αναλαμβάνεις δ/ντής στο κατάστημα Παγκρατίου, έχει ενημερωθεί το κατάστημα, ακολουθεί η υπ αριθμ… εγκύκλιος…. 

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018

Η κουκούλα

Κάθε ενέργεια που γίνεται με ύπουλο τρόπο και με κουκουλωμένο πρόσωπο είναι άνανδρη σιχαμερή, χυδαία....και η πράξη και οι άνθρωποι που την εκτελούν...
Αυτοί μοιάζουν με  τα νεραϊδιακά, τα στοιχειά, τα φαντάσματα που για να εξαφανιστούν κάναμε στα χωριά  μας τα ξόρκια, τα λιβάνια,  τις λιτανείες και στην Αρκαδία- Γορτυνία για τον αναπάντητο, τον σατανά έφερναν επάνω τους οι άνθρωποι, τις νύχτες,στα βουνά, το τράγινο, [από το τσέπη κέρατο μαύρου τράγου] το μαυρομάνικο μαχαίρι.....Για να αμυνθούν από τα νεραϊδικά, τα στοιχειά, από τους  άγριους τόπους που όπως έλεγαν κρατάνε...
Για να αντιμετωπίσουν το κάθε κακό 
συναπάντημα....
Ο άνθρωπος πρέπει να αισθάνεται ασφάλεια, στο σπίτι του, στην εργασία του, στην κοινωνική συμπεριφορά του.
.Η Πολιτεία αν θέλει να μπει τάξη, πρέπει να αντιμετωπίζει κάθε κουκουλοφόρο, όχι σαν άνθρωπο, αλλά σαν φάντασμα, μπαμπούλα...  Σαν... Κακό συναπάντημα...
Άμεσα πρέπει να τον ξορκίζει.... Να πυροβολεί άμεσα κάθε κουκουλοφόρο, σαν το κακό συναπάντημα... 

Κάθε ιδεολογία που γίνεται με ευπρέπεια, και φανερό πρόσωπο είναι σεβαστή.Η ιδεολογική ταξική πάλη δεν γίνεται με κουκούλες
Γίνεται με πνευματική διαφώτιση διάλογο, και με αντρίκεια σύγκρουση....
Η κουκούλα στον λαό, μόνο τρόμο φέρνει και καταστροφή....
Οι φιλόσοφοι,  οι ιδεολόγοι ,όλων των πολιτικών κοινωνικών συστημάτων, δεν κατάστρεφαν την Φύση,  δεν καταστρέφουν την ιστορία και τα μνημεία  της ιστορίας, την πολιτιστική κληρονομιά, τα κρίνουν, τα επαινούν, τα κατακρίνουν και τα υποδεικνύουν προς παράδειγμα μίμησης, ή, αποφυγής

Γιάννης Στ Βέργος {gortynios isv}
25/05/2018

Σάββατο 26 Μαΐου 2018

Το Σάββατο του Ρουσαλιού.

Αναδημοσίευση Μαρία Αγγελοπούλου

Όλα τα Σάββατα να παν, να παν και να γυρίσουν

Το Σάββατο του Ρουσαλιού να πάει, να μην γυρίσει…
Το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής λέγεται και του Ρουσαλιού,. Είναι η ημέρα, που σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, οι ψυχές επιστρέφουν στον Κάτω Κόσμο, αφού κατά τη διάρκεια της πασχαλινής περιόδου κυκλοφορούσαν ελεύθερα πάνω στη γη. Τη θλίψη των ψυχών, αλλά και των οικείων τους, εκφράζει το παραπάνω δίστιχο …
Η λαϊκή παράδοση, αλλά και οι θρύλοι, αναφέρουν σε σχέση με τα χρυσά κόλυββα ότι ο Χριστός το βράδυ της Αναστάσεως δίνει στις ψυχές την ελευθερία να «σεργιανίσουν» στη γη.
Ωστόσο, το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής η ελευθερία τους τελειώνει και οι ψυχές πρέπει να επιστρέψουν στις θέσεις τους στον ουρανό και μάλιστα χορτάτες!
Οι συγγενείς την παραμονή του Σαββάτου, δηλαδή το πρωί της Παρασκευής, φτιάχνουν τα κόλλυβα τα οποία πηγαίνουν στην εκκλησία το απόγευμα να τα διαβάσει ο ιερέας, ώστε οι ψυχές των νεκρών τους να «φάνε» και να επιστρέψουν στον ουρανό χορτασμένες από το συχώριο που θα τους δίνει ο κόσμος («Θεός σχωρές τον») στο μοίρασμα.
Εκείνη τη στιγμή, οι ψυχές έχουν συγκεντρωθεί και η μια ρωτάει την άλλη: «εσύ έχεις κόλλυβο να φας;». Όποια ψυχή δεν έχει κόλλυβο, είτε γιατί την ξέχασαν οι συγγενείς, είτε γιατί δεν έχει κανέναν να την θυμηθεί, οι άλλες ψυχές της δίνουν να «φάει» από το δικό τους για να μην επιστρέψει «ξερή» όπως λένε σε κάποια μέρη της Ελλάδας, δηλαδή πεινασμένη.
Η λαϊκή παράδοση που θέλει η μια ψυχή μοιράζεται το κόλλυβο της με την άλλη, έχει τη βάση της στη γενική σημασία που δίνει η Εκκλησία σχετικά με τα κόλλυβα της Πεντηκοστής όπου μνημονεύονται όλοι οι νεκροί, οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν είχαν την ευκαιρία να τύχουν της ωφελείας των μνημοσύνων..... ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥΣ..

Μου αρέσει!Δείτε περισσότερες αντιδράσεις
Σχολιάστε

Η λήθη
Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε

την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει

ο ήλιος και το σούρουπο* ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι!

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης Λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος* το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι' αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδι' απ' ασφοδίλι*,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι*,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν·
θέλουν – μα δε βολεί* να λησμονήσουν.

Λ. Μαβίλης, Τα ποιήματα,

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Ανάθεμα τα γηρατειά


Πήρε την καρεκλίτσα του,
στον ήλιο να καθίσει,
στο νου του έρχονται πολλά,
θέλει να λησμονήσει.
Μονάχος του απόμεινε,
μια γάτα η συντροφιά του,
στα πόδια του χαϊδεύεται,
δεν φεύγει από κοντά του.
Αν τα παιδιά του έρχονται
τι κάνει για να δούνε,
μετά από λίγο αμήχανα
δεν έχουν τι να πούνε.
Ανάθεμα τα γηρατειά,
κανείς δεν τ' αποφεύγει,
τις μέρες του τώρα μετρά,
ο γέρος, για να φεύγει.
ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΓΑΪΤΑΝΑΚΗ
(Ζώνη Αρκαδίας, 10/5/2018).
["I Vecchio e il gatto", painting by Gianni Strino.]

Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Το αστείο...Χααα...Χααα...

Με το καλό, με το μαλακό την πάμε την συγγένισσα μας, την Ενωμένη. Ευρώπη, την δικιά μας  και με τα χαϊδέματα, τα καλοπιάσματα την θεία Αγγέλλω. 
Μα αυτή τίποτα…
Μας κάνει η θεία Αγγέλλω, την ζόρικη,
στο ίσιο δρόμο δεν πάει.
Κολλάει  όλο στην κόλαρη στο πλάι.
Σε αυλακιά δεν σιάζει, δεν πέφτει.
Τότε την πήραμε και λίγο, λίγο με το άγριο,
της δείξαμε και το  πιστόλι.
Για να φοβηθούνε όλοι

Αυτή  με μας γελάει, και μας λέει:
Χααα..Χααα..., 

Αυτό μοιάζει με κωλοστρόκι
που παίζουν τα παιδιά, στις μπούλες, τις απόκριες.
Μα και αληθινό να είναι, είναι άδειο!...
Και πως να είναι γιομάτο;…
Θα είναι;.. Με τι;…
Με  τις δικές μας, τις δανεικές τις σφαίρες;…
Που σας δώσαμε;...
Από αυτές!...  Καμία δεν υπάρχει…
Δεν τις έχετε!...
Μα, τόσο μυαλό είχατε και έχετε…
Μας παραγγέλνει, και μας λέει:

Ούτε και από αυτές, που προσφάτως σας δανείσαμε, δεν έχετε, δεν φυλάξατε, δεν κρατήσατε, ούτε την μία.
Για την κακιά την ώρα!...
Ποιος σας δανείζει τώρα;;;

Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Έλα και πάλι στη Γή

Ιδέες, αξίες, φθαρήκαν στο χρόνο,
ο πόνος αντάμωσε, τον άνθρωπο μόνο.
Χωρίς ιδανικά και πίστη στο Θεό,
μακριά απ' τη σωτηρία και τον λυτρωμό.
Χριστέ μας, κατέβα και πάλι στη Γη,
το Χέρι άπλωσέ μας, γεμάτο στοργή.
Στη Φάτνη μια νύχτα να γεννηθείς,
ο Πρόδρομος πάντα μιας νέας αρχής.
Κοντά Σου οι ανθρώποι, να Σε ακούνε,
να τους Διδάσκεις, να Σου μιλούνε,
να Σε κρατάνε σφιχτά απ' το χέρι,
αχ, ν' ανατείλει και πάλι τ' Αστέρι...
Όχι Πιλάτος, Καϊάφας και Άννας,
ούτε πορεία στο Γολγοθά,
να πάψει να κλαίει η Άγια Σου η Μάνα,
τα δάκρυα να γίνουν Αγάπης φιλιά.
Ούτε Ιούδας, ούτε και όχλος,
στρατιώτες, χλαμύδα, στεφάνι φριχτό.
Μόνο ένας Ύμνος ο κόσμος όλος,
σε Σένα που Πόνεσες πολύ στο Σταυρό!
Έλα και πάλι, Χριστέ μας, στη Γη,
το βλέμμα Σου ρίξε, όλο στοργή.
Κι αν Σε πικράναν ανθρώποι κακοί,
τα χρόνια αλλάξαν και οι καιροί.
Πεθάναν οι Ιούδες κι οι Γραμματείς
κι όσοι επιζούνε, θέλουν να ΄ρθεις.
ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΓΑΪΤΑΝΑΚΗ
(ποίημα γραμμένο στην Ηλιούπολη, πριν 30 περίπου χρόνια).
["ECE HOMO", painting by ANTONIO CISERI.]


Δείτε περισσότερες αντιδράσεις

Τετάρτη 11 Απριλίου 2018

Τραπεζιτικές θύμισες12345

Παλαιότερος συνάδελφος ο Κώστας, καλώς υπάλληλος, έξυπνος με αναπτυγμένες, κοινωνικές τις δημόσιες σχέσεις.
Ανέβηκε σύντομα την ιεραρχία της τράπεζας και έγινε διευθυντής μεγάλων καταστημάτων.
Μικρός υπάλληλος ο Γιάννης, ξεκίνησε στην τράπεζα από νυχτοφύλακας στο δεύτερο υπόγειο της τράπεζας.
Τι φύλαγε;
Φύλαγε την νύχτα τα αρχεία, τα παραστατικά των εγγράφων των τραπεζικών συναλλαγών, μη πάθουν καμιά απρόβλεπτη ζημιά, φωτιά, βραχυκύκλωμα ρεύματος, πλημμύρα, απρόβλεπτη καταστροφή .Φύλαγε τα καλά τριπλοαμπαρωμένα θησαυροφυλάκια της τράπεζας, εκεί όπου φυλάσσονταν όλα τα αξιόγραφα της τράπεζας, τα αποθεματικά, τα ταμιακά διαθέσιμα, τα χρυσά, τα κειμήλια και ότι είχε ιδιαίτερη αξία. Τις θυρίδες ιδιωτών που φυλάσσονται χρυσαφικά, ασημικά και ότι για κάθε ιδιώτη αποτελεί και έχει χρηματική, ή συναισθηματική αξία.
Εκεί στο δεύτερο υπόγειο που ο αέρας και το φως ήταν λίγος- λιγοστός, λειψός και περίσσιο το σκοτάδι, το ημίφως, και πληθώρα από κατσαρίδες, παρόλα τα μέτρα απολύμανσης που ελάμβανε η τράπεζα. Εκεί φύλαγε την νύχτα ξάγρυπνος ο Γιάννης και ανά μισή ώρα περνούσε από τα σημεία με το ωρολόγιο στο χέρι, εκεί στα σημεία που ήταν αριθμημένα τα κλειδιά και με το κλειδί κλείδωνε το ωρολόγιο και αυτό κατέγραφε την ώρα που πέρασα και έκανα έλεγχο, από το  κάθε σημείο και ότι ο χώρος ήταν σε απόλυτη ασφάλεια και τάξη.
Εκεί στο δεύτερο υπόγειο μου άρεσε, ήταν πολύ καλά για εμένα. Το χειμώνα είχε ικανοποιητική ζέστη και το καλοκαίρι ωραία δροσιά.

Δευτέρα 2 Απριλίου 2018

Κυριακή των Βαϊων

Ο χρήστης Γιάννης Βέργος κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστηZacharoula Gaitanaki.
"Να βρει ξανά η χώρα μας την αξιοπρέπειά της,
στα ξένα να μην φεύγουνε, τα άξια παιδιά της."
"Να βρει ξανά η χώρα μας την αξιοπρέπειά της
Zacharoula Gaitanaki
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Σαν σήμερα υποδέχτηκαν, τον Ιησού με βάγια,
τη μέρα εορτάζουμε κι ας είμαστε "ναυάγια"!
Γιατί έτσι που κατάντησε, η δύστυχη πατρίδα,
το μέλλον μας διαγράφεται δίχως χαρά κι ελπίδα!
Προς τον δικό του Γολγοθά, καθένας μας βαδίζει
και μέσα στην ψυχούλα του, σ' Ανάσταση ελπίζει.
Να βρει ξανά η χώρα μας την αξιοπρέπειά της,
στα ξένα να μην φεύγουνε, τα άξια παιδιά της.
Μα ως εκείνη τη στιγμή, δεν έχει ο δρόμος βάγια,
μόνο ολούθε συναντώ, ανθρώπινα ναυάγια...
Όσο κι αν είναι οι στίχοι μου, "σκληροί" και λυπημένοι,
να ξέρετε η καρδούλα μου πως τη Λαμπρή προσμένει!
ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΓΑΪΤΑΝΑΚΗ
(Ζώνη Αρκαδίας, 1/4/2018).

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Άμα θέλει ο Θεός!..

Τι να είναι και τούτο, μετά από τόσα χρόνια;...
Μου σκουντάνε, με τσιγκλάνε, με κάτι το μυαλό, σαν με την βουκέντρα και σαν να μου ξυπνάνε τις μνήμες..... 
Τότε και μένα η συχωρεμένη η μάνα μου με έστειλε στα έντεκα μου να βοσκήσουν, δύο γίδες και ένα μουλάρι.
Ήταν τέλος του Μάρτη,αρχάς του Απρίλη...
Που λέτε, πως με έστειλε;…
Στα αμπέλια.... στη σκάλα...
Στο κίνδυνο τον μεγάλο...
Πήγα αμόλησα τις γίδες στο πλάι να βοσκήσουν και όλη την ώρα εγώ ήμουνα καβάλα στο μουλάρι.
Εκείνο έβοσκε και εγώ έπαιζα,καβαλαρία και άλλη έγνοια από το παιγνίδι, δεν είχα καμία...

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2018

Τα τότε... τα παλιά... τα ωραία!...


Γάμος μεγάλος, γλέντι τρικούβερτο έγινε στο χωριό.
Τσαχπίνης, ζωηρός ήταν ο γαμπρός, πανέμορφη, ανθηρή ήταν η νύφη.
Όμως, η νύφη, η τσουπίτσα (1) ήταν ορφανή και από μάνα και από πατέρα.
Ήταν και η φτώχεια στο σπιτικό της μεγάλη. Είχε όμως και μια στρίγκλα, κακιά μητριά, που τέτοια, δεν υπήρχε στον κόσμο άλλη...
Η τσούπα είχε περίσσια λεβεντιά και χάρη, καλόγνωμη ψυχή, καρδιά μεγάλη!...
Που τη θαυμάζανε όλοι, οι άλλοι...
Ήταν που της άξιζε, της έπρεπε για να μπει σε σπίτι, σε κονάκι, καλόγνωμο, γνωστικό, προκοπή για νάχει...
Όλοι οι συγγενείς της την είχανε, για του σογιού καμάρι, σε ομορφιά, φιλότιμο, αξιοσύνη, περπατησιά είχε με χάρη....
Μα πιότερο την αγάπαγαν οι συγγενείς από της μάνας της το σόι...
Της άξιζε η αγάπη τους, ήταν η τσούπα γλυκομίλητη, καλόγνωμη. με καλοσύνη.
Το όχι ποτέ τα χείλη δεν έλεγαν, ήταν πάντα πρόθυμη, είχε επάνω της το κάτι...
Ήταν με προκοπή γεμάτη!...

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2018

Της ξενητειάς η ντρίτσα

Δύο ξαδέρφια ήσαν σε μια γειτονιά στο χωριό, καλά, όμορφα, έξυπνα και αγαπημένα, ο Παρασκευάς και ο Λάμπης. 
Μαζί μεγαλώσανε και τα δυο, τρώγοντας με το ένα το ξύλινο κουτάλι, όπως οι περισσότεροι τότε στο χωριό,  στη ίδια σουπιέρα,στο ίδιο το σαγάνι, τα λάχανα, τον τραχανά, την βραστογαλιά, τις φακές, την φασολάδα, τα ρεβίθια.
Και οι κουταλιές ήσαν ίσιες- ίσιες και δίκαιες, όπως λέγανε και τις μετράγανε, μία σου και μία μου, όπως έπρεπε, για να μη γίνει αδικία, να μη ρίξει, ο ένας, τον άλλον….
Μαζί πηγαίνανε στο σχολειό στην ίδια τάξη, στην ίδια φυλλάδα διαβάζανε τα γράμματα να μάθουν. Δεν είχανε φυλλάδα, δεν είχανε τα έχοντα, να αγοράσουν οι δυό τους, δύο φυλλάδες, είχαν περίσσια φτώχεια, αντάμα και στα παιχνίδια. 


Μαζί φτιάγνανε από το μέλεγο τις  καλές τις σφεντόνες τους και σκοτώνανε τα πουλιά. Όμως  με την δεξιοτεχνία τους  αυτή ήσαν άριστοι  και στο σημάδι. Και με τις σφεντόνες  τους στραβώνανε όλες τις  γάτες, όταν  σουρούπωνε, κοντά το  βράδυ, βράδυ  που τα ματάκια τους στις γάτες λαμπύριζαν και τους ήτανε  για το καλό σημάδι.